Συντάκτης: Γρυλλάκης Νίκος
Φωτογράφος: Λαδοπούλου Γεωργία
Ο Γιάννης Παρασκευόπουλος είναι ένας σκηνοθέτης ο οποίος έχει γράψει την δική του ιστορία στα θεατρικά πράγματα της Θεσσαλονίκης. Το όνομά του έχει απασχολήσει πολύ και παλαιότερα με τις παραστάσεις της ιδιαίτερης τόλμης που ανέβαζαν οι Νέες Μορφές αλλά και πολύ πρόσφατα καθώς η δουλειά του στο Festen εντυπωσίασε όχι μόνο το κοινό της Θεσσαλονίκης αλλά και αυτό της Αθήνας. Όσοι είδαν αυτήν την παράσταση δεν μπορεί να μη θυμούνται τον δημιουργικό τρόπο με τον οποίο αξιοποίησε ο σκηνοθέτης τον χώρο και το πόσο δοτικοί ήταν οι ηθοποιοί του σε αυτό το αντισυμβατικό έργο του Βίντερμπεργκ.
Μιλώντας για αντισυμβατικότητα, λοιπόν, περνάμε στη νέα δουλειά του σκηνοθέτη, η οποία στάθηκε και η αφορμή για να βρεθούμε μαζί του στο Θέατρο Τ και να συζητήσουμε για τη δική του ματιά στις “Ψευδαισθήσεις” του Ιβάν Βιριπάγεφ. Έργο που ίσως να γνωρίζουν οι θεατρόφιλοι από το ανέβασμά του στο παρελθόν από την Κατερίνα Ευαγγελάτου. Ένα έργο στο οποίο μέσα από τη χρήση τεσσάρων αφηγητών, ο Βιριπάγεφ εξιστορεί τη ζωή δύο παντρεμένων ζευγαριών, τα οποία χάνονται σε ένα στρόβιλο ανατροπών για να συνειδητοποιήσουν πόσο εύκολα γκρεμίζεται κάθε μας βεβαιότητα.
Όπως παρατηρήσαμε παρακολουθώντας τη γενική πρόβα αλλά και όπως μας επεσήμανε ο ίδιος ο σκηνοθέτης, η συγκεκριμένη δουλειά δημιουργήθηκε με βάση την αφαίρεση οποιασδήποτε θεατρικότητας και με στόχο ο θεατής να καταφέρει να ακούσει και όχι να δει.
Λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος μίλησε στο TFC Magazine για τη νέα του δουλειά.
Το έργο με το οποίο αποφασίσατε να ασχοληθείτε και αυτή τη φορά είναι ένα έργο ενός δημιουργού αντισυμβατικού και πρωτοπόρου. Πώς οδηγηθήκατε στην επιλογή αυτού του έργου;
Αυτό το έργο το διάβασα για πρώτη φορά πριν από τέσσερα χρόνια και μου άρεσε πολύ ο τρόπος με τον οποίο είναι γραμμένο. Το γεγονός ότι καταργεί κάθε στοιχείο θεατρικότητας οδηγεί τους ηθοποιούς σε μια πάρα πολύ δύσκολη συνθήκη. Βάζει και τον θεατή σε μια διαδικασία που έχει ξεχάσει. Να κάθεται και να μη βλέπει μια ιστορία αλλά να την ακούει. Έχουμε ξεχάσει να είμαστε ακροατές. Κάποτε φτιάχναμε πράγματα με τη φαντασία μας αλλά τώρα η πληροφορία της εικόνας είναι πάρα πολύ γρήγορη. Νιώθω ότι το έργο αυτό μας υποχρεώνει να μπούμε σε έναν άλλο χρόνο. Νομίζω ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Η ίδια η σύλληψη του έργου πηγαίνει το θέατρο παρακάτω. Εγώ ήθελα, ειδικά μετά από όλα αυτά που έχω κάνει, να αποβληθεί οποιοδήποτε στοιχείο κάνει τη δουλειά “θέατρο” και “παράσταση”. Ήθελα να πάμε στην πρωταρχική μορφή της γραφής του έργου.
Έχω την αίσθηση ότι δεν είχατε ξαναδουλέψει πάνω στο αφηγηματικό θέατρο.
Καθαρά αφηγηματικό δεν έχω ξανακάνει ποτέ. Το δοκίμασα λίγο στον “Γλάρο” ως μια εισαγωγή στο έργο. Είναι η πρώτη φορά που το κάνω σε αυτό το έργο και με προκαλεί και σαν σκηνοθέτη και σαν ηθοποιό στο να αντιστέκομαι σε οποιοδήποτε στοιχείο με οδηγεί σε αυτό που λέγεται “θεατρικότητα”.
Με ποιο κριτήριο επιλέγετε τα έργα πάνω στα οποία θα δουλέψετε;
Κάθε φορά είναι μια ανάγκη που έχω. Συνήθως είμαι τυχερός στο να μου κάνουν μια πρόταση ή να επιλέγω κάτι το οποίο είναι κοντά σε αυτό που βρίσκομαι. Το τι θέλω να πω. Θέλω να αποβάλλω αυτό που βλέπω στο θέατρο και με κουράζει, να δουλεύω σε μία άλλη διάσταση. Να μην υπάρχει το “υποδύομαι” κάποιον αλλά απλά να επικοινωνώ ένα κείμενο ή έναν ρόλο.
Πόσο δύσκολο είναι να διαχειριστεί ο σκηνοθέτης αλλά και ο ηθοποιός την ισορροπία μεταξύ δραματικού και κωμικού στοιχείου σε αυτό το κείμενο;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Διαβάζει κανείς το έργο και μπορεί να συγκινηθεί. Μπορεί όμως να νιώσει κάποιος ότι τα στοιχεία που προσθέτει ο συγγραφέας για να το απομυθοποιήσει είναι περιττά. Ένιωθα ότι κάποια πράγματα δεν χρειάζονται. Μετά κατάλαβα ότι αυτά δημιουργούν την ισορροπία. Δεν θέλει να ανοίξει τρύπα για να βυθιστεί ο θεατής. Στρώνει ένα πολύ στέρεο έδαφος για να το τραβήξει την τελευταία στιγμή. Η ανατροπή στο τέλος μέσω της αφήγησης είναι σαν να τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του θεατή.
Θεωρείτε ότι αυτός είναι και ο κεντρικός άξονας του έργου του Βιριπάγεφ; Το θέμα δηλαδή της αβεβαιότητας;
Το θέμα της αστάθειας. Ασχολείται με το πόσο ρευστά είναι τα πράγματα. Το πόσο έχουμε ανάγκη να είναι ο κόσμος γύρω μας μαλακός αλλά τελικά είναι πολύ στέρεος και σκληρός. Νιώθουμε ότι γύρω μας είναι όλα σταθερά και συμβαίνει κάτι που τα ανατρέπει όλα. Όταν είμαστε σε μια απογοήτευση μέσα στις σχέσεις ή όταν έρχεται ένας θάνατος νιώθουμε ότι ενώ τα πράγματα γύρω κυλάνε, είναι σαν να μη συμβαίνουν. Αυτό έχει μια ρευστότητα.
Προκύπτει μόνο φόβος από αυτή τη ρευστότητα; Δεν νομίζετε ότι την έχουμε και ανάγκη αυτή τη ρευστότητα;
Αυτό είναι το τρομακτικό. Νιώθουμε ασφαλείς όταν τα πράγματα γύρω μας είναι στερεά και σκληρά.
Όσον αφορά το θέμα των ψευδαισθήσεων;
Δεν μπορώ να καταλάβω τι θεωρεί ως ψευδαισθήσεις το έργο. Το υποψιάζομαι. Ίσως να είναι η εσφαλμένη εντύπωση που έχεις για κάτι που συμβαίνει. Έχουμε απόλυτη ανάγκη να ζούμε με τις ψευδαισθήσεις γύρω μας. Μας τροφοδοτούν κιόλας αυτές οι ψευδαισθήσεις.
Δίνει τον δικό του ορισμό για την αγάπη ο Βιριπάγεφ μέσα στο έργο; Έχετε δώσει εσείς τον δικό σας;
Εγώ συναντιέμαι με αυτό το έργο στο σημείο όπου λέει ότι η αγάπη είναι δουλειά. Είναι μόχθος. Σε αυτόν τον χώρο συναντιόμαστε με ανθρώπους και είμαστε έντονα μαζί τους για μεγάλο χρονικά διάστημα ώσπου να τελειώσει η παράσταση και να μην τους ξαναδούμε. Για να κρατήσεις τις σχέσεις πραγματικά χρειάζεται δουλειά. Το λέω ξέροντας τι θα πει. Για μένα αυτό δεν έχει αρνητική φόρτιση. Έχει ουσία να νοιάζεσαι να κρατήσεις μια σχέση. Η σχέση είναι όπως ένα φυτό. Δίνεις νερό για να μεγαλώσει. Προχωράμε μαζί οι άνθρωποι. Δεν προχωράει ο καθένας μόνος του για να συναντιόμαστε πού και πού και μετά να πηγαίνουμε παρακάτω. Προχωράμε μαζί. Οι σχέσεις δεν είναι μόνο χημεία. Αν κρατηθεί μια σχέση είναι επειδή δύο άνθρωποι δούλεψαν.
Περιγράφετε κατ’ έναν τρόπο και μια αμοιβαιότητα στις σχέσεις. Μπορεί να υπάρξει αγάπη χωρίς να υπάρχει αμοιβαιότητα;
Μπορεί να υπάρχει αγάπη και χωρίς αμοιβαιότητα. Αγαπάμε ανθρώπους που δεν μας αγαπάνε. Αλλά κάποια στιγμή μπορεί αυτό να κουράσει. Νοιάζεσαι, ενδιαφέρεσαι και μετά από ένα σημείο αυτό ξεφουσκώνει. Φαντάζομαι όμως ότι υπάρχουν στιγμές που η μη αμοιβαία αγάπη μας έχει τροφοδοτήσει. Εγώ μεγαλώνοντας τη ζητάω την αμοιβαιότητα σε όλες τις σχέσεις. Είτε υπάρχει ειλικρίνεια είτε υπάρχει ψέμα να είναι αμοιβαίο. Μην κοροϊδευόμαστε.
Το θέατρο για σας είναι απλά μια ιστορία που λέγεται μπροστά στα μάτια των θεατών;
Το θέατρο για μένα είναι ανάγκη επικοινωνίας. Εγώ κάνω θέατρο γιατί έχω ανάγκη να μοιράζομαι κάτι. Αν δεν έχω ανάγκη να μοιραστώ κάτι δεν έχω λόγο να κάνω θέατρο. Γι’ αυτό με νοιάζει αυτό που κάνω να μην είναι μόνο η αγωνία μου αλλά και μια αγωνία που επικοινωνεί με τους ανθρώπους γύρω. Μπορεί να μην ταυτιστούν όλοι με αυτή την αγωνία μου αλλά πρόθεσή μου είναι να την μοιραστώ.
Ο Βιριπάγεφ είναι ένας συγγραφέας του οποίου η εμφάνιση χαρακτηρίστηκε και ως εισβολή. Νιώθετε ότι λειτουργούν ή θα θέλατε να λειτουργούν οι δικές σας παραστάσεις με αυτόν τον τρόπο; Κάποιος θα έλεγε ότι οι επιλογές σας στις Νέες Μορφές είχαν αυτό το στοιχείο.
Θα μου άρεσε να συμβαίνει αυτό. Προσπαθώ όσο περνάνε τα χρόνια να το κρατάω αυτό το στοιχείο μέσα μου ζωντανό. Να μην ησυχάζω με τον ένα τρόπο που θα βρω. Μπορεί κανείς να πει ότι εφαρμόζει την ίδια συνταγή σε όλα. Δεν θέλω να ησυχάσω και γι’ αυτό συνειδητά πηγαίνω σε άλλου είδους έργα. Θα μπορούσα να κάνω άλλες πέντε δουλειές σαν το Festen. Αυτή μου η προσπάθεια είναι να φύγω τελείως από αυτό και να πάω κάπου αλλού. Αυτό κάθε φορά σε τερματίζει μέσα σου και σε κάνει να δεις τα πράγματα με άλλη ωριμότητα. Δεν θα έκανα τις “Ψευδαισθήσεις” πριν τέσσερα χρόνια όπως τις κάνω τώρα. Είναι σημαντικό που έχω ησυχάσει μέσα μου και δεν έχω την αγωνία να συμβαίνουν διαρκώς πράγματα. Πάντα με ένοιαζε να μη βαρεθεί ο θεατής. Τώρα με νοιάζει να ακούσει. Να πάρει τον δικό του χρόνο.
Τι πρέπει να έχει ένας καλός σκηνοθέτης που δεν μπορεί να λείπει; Ποιο είναι αυτό το χαρακτηριστικό;
Η ανάγκη της έρευνας είναι πολύ σημαντική. Αλλά το σημαντικότερο νομίζω ότι είναι η εμπειρία του. Κατά πόσο η εμπειρία της ζωής περνάει μέσα στο έργο του. Δεν μπορούμε να είμαστε ίδιοι με αυτό που ήμασταν στο παρελθόν. Αν δεν αφήνουμε το μέσα μας που εξελίσσεται να περάσει στο έργο τότε απλά έχουμε βρει ένα πατρόν και το φοράμε σε όλες τις παραστάσεις.
Ποια είναι, λοιπόν, τα πράγματα που σας αφορούν σήμερα και θέλετε να τα σχολιάσετε μέσα από τις σκηνοθεσίες σας;
Πάντα η αγωνία μου είναι ο άνθρωπος και οι σχέσεις. Αυτό θέλω να έχει εύρος μέσα στα έργα. Να μην απομονώνεται αυτή η αγωνία μόνο σε ένα πρόβλημα. Με ενδιαφέρει να κοιτάζω τη μεγαλύτερη διάσταση των πραγμάτων.
Ποια ήταν τα ερεθίσματα και οι άνθρωποι που διαμόρφωσαν τη δική σας αντίληψη και αισθητική;
Πρέπει να πω ότι τέλειωσα τη σχολή του ΚΘΒΕ σε μια περίοδο πολύ κλασική. Είχα δασκάλους που μας έδωσαν μια πολύ γερή βάση και αργότερα απέκτησα την ανάγκη όλο αυτό να ανατραπεί. Έμαθα να πατάω πάνω σε αυτή τη βάση για να αποδομήσω. Αυτή την ανάγκη της αποδόμησης εγώ την οφείλω πολύ στους δασκάλους μου. Μου έμαθαν τη σημασία της δομής. Από κει και πέρα, με την τρέλα που είχα στο κεφάλι μου είπα ότι θα αποδομήσω και θα αναδομήσω. Όταν έκανα και το σεμινάριο με τον Μαρμαρινό μου ήταν πολύ αποκαλυπτικό. Είδα τις δυνατότητες που έχει το σώμα μου. Αυτό που με τροφοδοτεί και με πηγαίνει παρακάτω είναι το να βλέπω παραστάσεις.
Με ενδιαφέρει και το τι γίνεται στην πόλη μου. Έχω επιλέξει να ζω στη Θεσσαλονίκη και μ’ αρέσει να δουλεύω εδώ. Δεν τρελαίνομαι που δεν είμαι κάπου αλλού. Θέλω να βλέπω ποιο είναι το πλαίσιο στο οποίο κινούμαστε και να αισθάνομαι ότι υπάρχουν νέοι άνθρωποι που δημιουργούν. Αυτό με προχωράει. Να δω νέες δουλειές και να πω “τι τρέλα κουβαλάει αυτός”. Ή και το αντίθετο. Να δω έναν πολύ νέο άνθρωπο και να πω “Τι συντηρητισμό κουβαλάει”. Με βοηθάει να βλέπω νέα παιδιά να δημιουργούν όπως και να’ χει.
Η σκέψη της φυγής στην Αθήνα δεν υπήρξε ποτέ; Πολλοί λένε ότι ο ηθοποιός στη Θεσσαλονίκη δεν ζει εύκολα.
Εγώ μεταξύ άλλων είμαι ένα παράδειγμα ότι μπορείς να είσαι εδώ και να κάνεις θέατρο. Εγώ νιώθω ωραία εδώ. Έχω ξαναπεί ότι πιστεύω ότι τις συνθήκες τις δημιουργείς. Δεν περιμέναμε τότε με τις Νέες Μορφές να δημιουργηθούν προϋποθέσεις. Όποιος έχει ανάγκη να δημιουργήσει θα τον βρει τον τρόπο. Δεν πιστεύω ούτε ότι χάνονται ταλέντα ούτε ότι όλα έχουν να κάνουν με τις γνωριμίες. Εγώ ήρθα από την Ορεστιάδα, από το πουθενά και κάνω θέατρο. Καμία πόρτα δεν μου άνοιξε. Με δουλειά προχωράς.
Σε σχέση με την αποδόμηση και τον συντηρητισμό που λέγαμε πριν, θεωρείτε ότι το κοινό είναι ανοιχτό στο να δεχτεί παραστάσεις με περισσότερη τόλμη και πειραματισμό;
Εγώ όπως πιστεύω στον άνθρωπο έτσι πιστεύω και στο κοινό. Με τις Νέες Μορφές κάναμε μια δουλειά και ο κόσμος κατέβαινε σταθερά τα σκαλιά του υπογείου για να δει ποια είναι η επόμενη αναζήτησή μας. Υπάρχει ανήσυχο κοινό στη Θεσσαλονίκη. Απλά αν συνηθίσει σε ένα είδος φαγητού δεν μπορεί να δεχτεί μετά κάτι άλλο. Νομίζω ότι είναι χρέος μας να υπάρχουν διαφορετικές φωνές και διαφορετικές αναγνώσεις. Είδα στο Festen ότι το αστικό κοινό ερχόταν σε μια μη συμβατική σχέση να καθίσει στην όχι βολική καρέκλα και να δει μια άλλη παράσταση. Έρχονταν τα νέα παιδιά και μετά έφερναν τους γονείς τους. Και οι γονείς τους κατέληξαν να είναι περισσότεροι. Κάτι αλλάζει, υπάρχουν ανήσυχοι άνθρωποι.
Είναι κάτι που μπορεί να κάνει το θέατρο το να καλλιεργήσει το κοινό; Να το εκπαιδεύσει σε νέες φόρμες και νέα έργα;
Φυσικά. Είναι υποχρέωσή μας. Να διαβάζουμε έργα και να λέμε “Να το κάνουμε;”. Το γεγονός ότι η κ. Καλαϊτζή και το Θέατρο Τ τολμάνε να φέρουν ένα έργο άγνωστο είναι σημαντικό. Εκεί ξεκινάμε από το μηδέν. Πρέπει να επικοινωνήσουμε το έργο για να το δει ο κόσμος και από στόμα σε στόμα να μοιραστεί το αν είναι ή όχι καλή παράσταση.
Αναφερθήκαμε στον Γλάρο και δεν μπορώ να μη ρωτήσω αν θα τον δούμε στη Θεσσαλονίκη.
Ναι, θα έρθει 17, 18 και 19 Μαΐου στο ΚΘΒΕ. Θα παίξουμε και στην Αθήνα τον Ιούνιο στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
0Η παράσταση “Ψευδαισθήσεις” σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου ανεβαίνει στο Θέατρο Τ από τις 9 Μαρτίου.