Συντάκτης: Χριστακίδης Χρήστος
Το 8ο επεισόδιο της σειράς ταινιών που μεγάλωσε γενιές και γενιές είναι όπως ακριβώς το περιμέναμε. Επικό, φαντασμαγορικό, με νοσταλγική διάθεση, που συμβαδίζει όμως με την ανανεωμένη ματιά που έφερε ο προκάτοχος του στον πολύ πολύ μακρινό γαλαξία.
Όταν το πιο επιτυχημένο franchise ταινιών που δημιουργήθηκε ποτέ βγάζει μια καινούρια ταινία, οι φαν δεν περιμένουν το αποτέλεσμα να είναι απλά καλό. Περιμένουν ότι η ιστορία που τους μεγάλωσε θα συνεχιστεί με τον τρόπο που της αρμόζει και θα είναι το ίδιο φανταστική όπως σχεδόν όλες οι προηγούμενες της. Όταν λοιπόν 10 χρόνια μετά το επεισόδιο 3, έφτασε στις αίθουσες το 7ο επεισόδιο με όνομα “Star Wars: The Force Awakens“, σχεδόν όλοι έμειναν ευχαριστημένοι. Ο Τζέι Τζέι Έιμπραμς που πήρε την σκυτάλη από τον Τζορτζ Λούκας στην σκηνοθεσία της ταινίας, μαζί με τη Δύναμη, ξύπνησε και ολόκληρο το franchise. Εισήγαγε νέα ενδιαφέροντα πρόσωπα και με τις φρέσκες ιδέες του απέδειξε ότι το παλιό και το καινούριο μπορούν να συμβαδίσουν, όταν το ένα σέβεται το άλλο.
Φέτος, λοιπόν, δύο έτη αργότερα, έφτασε στις αίθουσες το 8ο επεισόδιο της σειράς με τίτλο “Star Wars: The Last Jedi“. Σκηνοθέτης του, ο ταλαντούχος κύριος Ράιαν Τζόνσον του “Looper“, που μάλιστα έχει σκηνοθετήσει και τo θρυλικό επεισόδιο του “Breaking Bad” με τίτλο “Ozymandias“. Ο Τζόνσον ανέλαβε να συνεχίσει την ιστορία από εκεί ακριβώς που τελείωσε, να απαντήσει στα ερωτηματικά που δύο χρόνια βασάνιζαν τους φαν και να κρατήσει το επίπεδο του franchise ψηλά, εκεί που το ανέβασε ο Έιμπραμς.
Πλοκή
Στο 8ο επεισόδιο, η Ρέι βρίσκει τον Λουκ Σκάιγουοκερ με σκοπό να τον πείσει να επιστρέψει μαζί της πίσω στο αρχηγείο της Αντίστασης για να βοηθήσει την αδερφή του, πριγκίπισσα Λέια, και την Αντίσταση να κερδίσει τη μάχη απέναντι στο Πρώτο Τάγμα. Συγχρόνως, αναπτύσσει όλο και περισσότερο τις καινούριες ικανότητες που της έχει δώσει η Δύναμη, με τον Λουκ βέβαια να είναι προβληματισμένος καθώς βλέπει ότι η Δύναμη μέσα της είναι πολύ ισχυρή και ανεξέλεγκτη. Ο στόλος του Πρώτου Τάγματος όμως δεν χάνει καθόλου χρόνο και επιτίθεται στους λίγους εναπομείναντες επαναστάτες, οι οποίοι όντας πολιορκημένοι αρχίζουν να χάνουν κάθε ελπίδα για τη σωτηρία τους.
Πρώτα Σχόλια
Ο Ραίαν Τζόνσον μπορεί να βρήκε στρωμένο τον δρόμο από τον Έιμπραμς, όμως ανέλαβε να αποδώσει μία αρκετά πολύπλοκη ιστορία, να αναπτύξει περισσότερο τους χαρακτήρες που γνωρίσαμε στο προηγούμενο επεισόδιο αλλά και να θέσει τις βάσεις για την επόμενη γενιά των “Star Wars” ταινιών που η Ντίσνεϊ έχει ήδη ανακοινώσει. Όλα αυτά τα καταφέρνει μέσω της δράσης που είναι όσο εκπληκτική αρμόζει σε μία τέτοια παραγωγή αλλά και μέσω της νοσταλγίας και της συγκίνησης που παρέχουν σκηνές, πρόσωπα και διάλογοι, στοιχεία που δεν αφήνουν το κοινό να πάρει τα μάτια του από την οθόνη.
Ο Τζόνσον πρόσθεσε περισσότερο χιούμορ, που είναι αδιαμφισβήτητα βασικό συστατικό μίας πετυχημένης περιπέτειας. Έδωσε ακόμη όσο βάθος χρειαζόταν στους χαρακτήρες που το κοινό ήθελε να γνωρίσει καλύτερα και αξιοποίησε ιδανικά τον χαρακτήρα-σύμβολο της αρχικής τριλογίας, δίνοντας του πολλούς διαλόγους και σκηνές, μία κίνηση η οποία ήξερε πως θα ευχαριστήσει τους φαν.
Στα τεχνικά της χαρακτηριστικά η ταινία έδειξε για ακόμη μία φορά γιατί το “Star Wars” θα αποτελεί πάντα παράδειγμα προς μίμηση. Τα ειδικά εφέ της ταινίας φτάνουν σε επίπεδα τελειότητας, καθώς οι μάχες, οι πλανήτες, τα lightsaber, οι εκρήξεις, τα slowmotion και κάθε άλλη παραμικρή λεπτομέρεια είναι αψεγάδιαστη. Το ίδιο και η μουσική της ταινίας, από τον συνήθη ύποπτο Τζον Γουίλιαμς, η οποία κρατάει το ύφος των παλαιών θεμάτων αλλά με μία ελαφριά ανανέωση που όπως πάντα είναι ιδανική.
Xαρακτήρες
Ξεκινώντας με τους νέους πρωταγωνιστές και πιο συγκεκριμένα την Ρέι, μαθαίνουμε πολλά περισσότερα καθώς την ακολουθούμε στο ταξίδι της εξοικείωσης της με τη Δύναμη και παρατηρούμε πώς επηρεάζεται από τον καινούριο της δάσκαλο. Η βελτιωμένη Ντέιζι Ρίντλει με την ερμηνεία της βγάζει τη δυναμική και την σπιρτάδα που αρμόζει στον ρόλο της νεαρής Ρέι, σε αντίθεση με τον αντίστοιχο νεαρό Λουκ, στις τρεις πρώτες ταινίες, καθώς ο Μαρκ Χάμιλ ήταν αρκετά μετριοπαθής στον ρόλο.
Η ταινία αυτή δεν αφιερώνει τόσο χρόνο στον Φιν (Τζον Μπογιέγκα) όσο η προηγούμενη. Παρ’ όλα αυτά, η παράλληλη ιστορία του με έναν καινούριο χαρακτήρα, τη Ρόουζ, παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον. Αυτός που γνωρίζουμε ακόμα περισσότερο είναι ο Πο (Όσκαρ Άιζακ) καθώς υπάρχει αρκετά μεγάλη ανάπτυξη του χαρακτήρα του όσο αποκτά ηγετικό ρόλο στην Αντίσταση.
Ο γερασμένος Λουκ είναι ο ήρωας που οι φαν περίμεναν πώς και πώς να δουν. Ο χρόνος, οι εμπειρίες και τα λάθη του όμως τον έχουν αλλάξει και δεν είναι πλέον ο ίδιος ήρωας που το κοινό γνώριζε. Έχει χάσει κάθε ελπίδα και δεν είναι πρόθυμος να γυρίσει στην ζωή του ως Τζεντάι. Ο Μαρκ Χάμιλ, τριάντα χρόνια μετά, υποδύεται τον Λουκ Σκαιγουόκερ έτσι όπως του αξίζει, επιδεικνύοντας την καλύτερη ερμηνεία του στον ρόλο.
Η πριγκίπισσα Λέια, η ηγέτιδα της Αντίστασης, μας απασχόλησε αρκετά όπως και στην προηγούμενη ταινία. Ο θάνατος της Κάρι Φίσερ έδωσε περισσότερη δραματικότητα και συγκινησιακό τόνο στην ηρωίδα, που εμφανίζεται για τελευταία φορά, τουλάχιστον στην πραγματική της μορφή.
Τέλος, ο villain της ταινίας, Κάιλο Ρεν, παλεύει ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι και την παλιά και καινούρια του ζωή δίπλα στον ανώτατο ηγέτη Σνόουκ. Ο Άνταμ Ντράιβερ συνεχίζει να έχει ενδιαφέρον σε μία ασυνήθιστη ερμηνεία κακού σε τέτοιου είδους ταινία, εντελώς διαφοροποιημένος πλέον από τον Νταρθ Βέιντερ.
Συνεπώς
Όταν τα λεφτά υπάρχουν το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να τα αξιοποιήσεις σωστά. Αυτό έκανε και o Ράιν Τζονσον, καθώς η Ντίσνεϊ δεν τσιγκουνεύτηκε καθόλου στην παραγωγή της ταινίας αλλά ούτε και στα τεχνικά χαρακτηριστικά ή στις προσθήκες στο καστ, όπως αυτή του Μπενίσιο Ντελ Τόρο. Βέβαια η ταινία δεν είναι τέλεια. Μπορεί σε κάποια σημεία να είναι αργή και σε άλλα το σενάριο να έχει κενά, όμως το σύνολο της δεν παύει να είναι φανταστικό. Γιατί πέρα από την αρτιότητα της τεχνικά, αυτή η γενικότερη νοσταλγία που αποπνέει, μέσω των κλισέ και των διαλόγων, είναι αυτό που το κοινό αναζητούσε. Στις μελλοντικές ταινίες αυτό ίσως να μην είναι αρκετό, αλλά για τώρα σίγουρα φτάνει και περισσεύει.
Με την υποστήριξη του Cineplexx
0