Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο trailer του Kinds of Kindness, και διαβάζοντας αργότερα όλα εκείνα τα σχόλια τύπου «Good old Lanthimos is back» που ακολούθησαν την πρεμιέρα στις Κάννες, ήξερα πως πρέπει να κάνω ένα rewatch σε αυτή την ταινία που εισήγαγε εμένα και τόσα άλλα άτομα στο σύμπαν του Γιώργου Λάνθιμου. Δεν ξέρω για εσένα, αλλά εγώ όταν πρωτοείδα τον Κυνόδοντα δεν μου άρεσε καθόλου, και λογικό αν σκεφτώ ότι ήμουν μόλις 14 ετών.
Δεν ξέρω τι ακριβώς με ωθούσε στο να παίρνω τέτοιες κινηματογραφικές αποφάσεις, όπως το να δω στην εφηβεία μου τον Κυνόδοντα, το Ρέκβιεμ και άλλες αντίστοιχες ταινίες. Σίγουρα (και ευτυχώς) ο Κυνόδοντας δεν μου άφησε κανένα τραύμα -σε αντίθεση με το Ρέκβιεμι- κυρίως γιατί θυμόμουν ελάχιστα από την πλοκή της ταινίας, μέχρι που την ξαναείδα. Η στιγμή αυτής της απόφασης ήρθε κυρίως γιατί επέμενε και η κολλητή μου φίλη πως δεν υπάρχει πιθανότητα να μη μου αρέσει, αφού μου αρέσουν και όλες οι υπόλοιπες του Λάνθιμου – και ως συνήθως έπεσε μέσα. Αν και είχα σκοπό να τη δω στην οθόνη του λάπτοπ μου, όλες οι κινηματογραφικές νεράιδες του σύμπαντος ενώθηκαν, και φέτος, στο Φεστιβάλ Il Cinema Ritrovato της Μπολόνια, πέτυχα προβολή στη μεγάλη οθόνη και σε αποκατεστημένη κόπια 4Κ, που πρόσφατα επιμελήθηκε η Asterisk*Post. Και θα σταθώ για λίγο εδώ.
View this post on Instagram
Το να βλέπεις μια ταινία σαν τον Κυνόδοντα δεκαπέντε χρόνια μετά την πρεμιέρα της στις Κάννες, με μη-ελληνικό κοινό, και να προηγείται του ιδιαίτερου hype που έχει ήδη δημιουργηθεί για το Λανθιμικό σύμπαν από το Poor Things και έπειτα, αποτελεί από μόνο του μια άλλη εμπειρία. Νομίζω πως δεν θα ξεχάσω τις αντιδράσεις του κοινού σε κάθε «περίεργη» σκηνή της ταινίας – και φυσικά στην πολύ συγκεκριμένη σκηνή που όλ@ ξέρουμε. Εγώ από την άλλη, ενώ δεν θυμόμουν αρκετά σημεία, θυμάμαι να κάθομαι πολύ άνετα στη θέση μου στο σινεμά Arlecchino και να παρακολουθώ με προσοχή όλα όσα συμβαίνουν σε αυτή την ελληνική οικογένεια. Άλλοτε γελώντας, και άλλοτε σε σοκ, είδα σίγουρα με διαφορετικό μάτι όλα όσα είχε να μας πει ο Κυνόδοντας.
Και τι θέλει να μας πει ο Κυνόδοντας;
Ενώ στην επιφάνειά του μιλάει ξεκάθαρα για μια δυσλειτουργική οικογένεια, εγκλωβισμένη στα δεσμά της κοινωνίας, σε δεύτερο επίπεδο είναι μια ταινία για την απελευθέρωση. Παιδικές συμπεριφορές, επίδειξη τοξικής αρρενωπότητας, επιβολή του αρσενικού προς το θηλυκό, όλα καταλήγουν με βίαιο τρόπο στη γυναικεία χειραφέτηση, που όπως μας αποδεικνύει η ταινία αλλά και η ζωή, φυσικά και δεν είναι δεδομένη.
Μια δυστοπική πραγματικότητα, σε σενάριο Ευθύμη Φιλίππου και Γιώργου Λάνθιμου, που ισορροπεί ανάμεσα στο παράλογο και το σουρεαλιστικό και μας φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με καταστάσεις που μπορεί να συμβαίνουν στη διπλανή μας πόρτα. Περίπου, δηλαδή, όπως και οι περισσότερες ταινίες τους. Το σουρεαλιστικό, άβολο, γεμάτο μαύρο χιούμορ στοιχείο τους είναι νομίζω αυτό που μέσα μου ξεχωρίζει περισσότερο, και γι’αυτό έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στο είδος που συνδυάζει τόσο εύστοχα την πραγματικότητα με τη δυστοπία στο σινεμά.
Μερικές φορές σκέφτομαι αν αξίζει να δω ξανά μια ταινία που στην πρώτη προβολή της δεν μου άρεσε τόσο. Πάντα σκέφτομαι ότι ο χρόνος που έχουμε είναι λίγος, και οι ταινίες άπειρες, οπότε ας δω μια καινούρια. Μετά, πάλι, σκέφτομαι αυτό που λέει η φίλη μου η Σταυρούλα: Να ξαναβλέπουμε ταινίες, γιατί δεν είμαστε ο ίδιος άνθρωπος. Και ναι, εννοείται πως έχει δίκιο.
2