fbpx
Cinema

Οι σκηνές χορού ως στιγμή κάθαρσης για τους ήρωες στο ‘Aftersun’ και το ‘Return to Seoul’

Οι κινηματογραφικοί ήρωες πάντοτε έβρισκαν καταφύγιο στον χορό για να εκφράσουν τα βαθύτερα συναισθήματά τους. Μου έρχονται διάφορα παραδείγματα μάλιστα, που μπορεί μία ταινία να την έχω ξεχάσει εντελώς, αλλά την σκηνή χορού του κεντρικού ήρωα ή της κεντρικής ηρωίδας ποτέ. Αυτός ο χορός είναι συνήθως ισχυρότερος και από τις ίδιες τις λέξεις. Πιο συγκεκριμένα, προσφέρει ένα καταφύγιο στους χαρακτήρες ώστε να αισθανθούν μίας μορφής απελευθέρωση, ενώ άλλοτε αποτελεί την τελευταία τους απόπειρα να ζητήσουν βοήθεια, όταν πια νιώθουν ότι δεν μπορούν να εκφραστούν διαφορετικά.

Όπως φαίνεται, αυτή την κινηματογραφική σεζόν είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε και τις δύο αυτές περιπτώσεις σε δύο διαφορετικές ταινίες που εκ πρώτης όψεως δεν μοιάζουν ιδιαίτερα. Τόσο στο Aftersun της Charlotte Wells και στην Επιστροφή στη Σεούλ του Davy Chou, οι βασικοί ήρωες, ο Calum (Paul Mescal) και η Freddie (Park Ji-min) αντίστοιχα, βιώνουν μία στιγμή κάθαρσης και λύτρωσης όταν βρίσκουν την ευκαιρία να αφεθούν στον ρυθμό της μουσικής και να συμπαρασύρουν όποιον βρεθεί στο πέρασμά τους.

Στο Aftersun, συναντάμε τον Calum λίγο πριν τα 31α γενέθλιά του, όταν εκείνος συναντά μετά από καιρό την 11χρονη κόρη του, την Sophie (Frankie Corio) για να περάσουν μαζί λίγες μέρες από τις καλοκαιρινές διακοπές τους σε ένα θέρετρο στην Τουρκία των ‘90s

Η σχετικά γραμμική αφήγηση της ταινίας συχνά αντικαθίσταται από τα κλιπ της κάμερας της Sophie από εκείνες τις διακοπές τους. Στην πραγματικότητα, η ενήλικη πια Sophie (Celia Rowlson-Hall), πλέον γύρω στα 30, παρακολουθεί τις κασέτες από εκείνες τις διακοπές στο σαλόνι της, αναπολώντας τις τελευταίες μέρες που πέρασε με τον πατέρα της, ο οποίος δεν βρίσκεται πια κοντά της.

Κατά τη διάρκεια της ταινίας, εμφανίζονται διάφορα σημάδια σχετικά με το άγχος, τη δυσφορία και την κατάθλιψη του Calum, τα οποία η 11χρονη τότε Sophie δεν είναι σε θέση να αποκωδικοποιήσει πλήρως. Καθώς η ταινία κλιμακώνεται, οδηγούμαστε ως κοινό στο κρεσέντο της ταινίας, το τελευταίο βράδυ των διακοπών της Sophie με τον πατέρα της. Εκεί η θλίψη του Calum είναι τόση που μην ξέροντας που να την εναποθέσει, οδηγείται στην πίστα, ανάμεσα στο πλήθος των άλλων τουριστών που χορεύουν ανέμελοι, και χορεύει και ο ίδιος με τους ρυθμούς του Under Pressure, προσκαλώντας και την Sophie.

Στα σχεδόν τρία λεπτά που διαρκεί αυτή η σκηνή, έχουμε την ευκαιρία να έρθουμε λίγα βήματα πιο κοντά στη δυναμική της σχέσης μεταξύ του Calum και της Sophie

Οι φωνές των Freddie Mercury και David Bowie μπλέκονται περίτεχνα μέσα σε αυτό το remix του κομματιού από τον συνθέτη Oliver Coates και ακολουθούν πιστά την ένταση της σκηνής, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις αποσπασματικές εικόνες μεταξύ πατέρα και κόρης. Οι εικόνες αυτές μπλέκονται με κάποιες άλλες, πιο στοιχειωτικές, καθώς η Sophie καταβάλλει προσπάθεια να εντοπίσει τον πατέρα της μέσα στις αναμνήσεις της και να τον καταλάβει λίγο καλύτερο.

Όπως και οι χαρακτήρες της ταινίας, έτσι και αυτή η σκηνή χορού κινείται μεταξύ παρόντος και παρελθόντος, με τα έντονα φώτα να διαστρεβλώνουν οποιαδήποτε αίσθηση τόπου και χρόνου είχαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Μέσα σε αυτή τη χαώδη κλιμάκωση της σκηνής, ο Calum βρίσκει ίσως για μοναδική φορά την ευκαιρία να αφεθεί ελεύθερος, να βιώσει τη δική του κάθαρση, γνωρίζοντας πως μάλλον αυτές είναι τελευταίες χαρούμενες στιγμές που θα περάσει παρέα με τη μικρή Sophie.  Μέσα από αυτή την απόφαση της σκηνοθέτριας να δώσει έναν τέτοιο επίλογο στους ήρωες της, το Aftersun μεταφράζεται ως μία ωδή στο πένθος και την απώλεια, όπου ούτε εμείς ούτε οι χαρακτήρες λαμβάνουμε τελικά τις απαντήσεις που ψάχνουμε.

Στην Επιστροφή στη Σεούλ, η Freddie βιώνει τη δική της απελευθερωτική στιγμή κάπου στα μισά της ταινίας

Όταν τη συναντάμε για πρώτη φορά, έχει μόλις προσγειωθεί στη Σεούλ, αφού το προγραμματισμένο της ταξίδι για το Τόκιο έχει ακυρωθεί εξαιτίας μίας ισχυρής καταιγίδας. Η απόφαση της να πετάξει στη Σεούλ, βέβαια, δεν είναι τυχαία, καθώς γνωρίζει πως η Νότια Κορέα ήταν ο τόπος γέννησής της προτού την υιοθετήσει μία οικογένεια από τη Γαλλία και μετακομίσει εκεί μαζί τους. Αυτό το απρόσμενο ταξίδι στη Σεούλ γίνεται η αφορμή για να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες για τις ρίζες της και να ψάξει τους βιολογικούς της γονείς. Σε μία απέλπιδα προσπάθεια να βιώσει σε έναν τόπο αυτή την αίσθηση του ανήκειν, η Freddie υιοθετεί πολλές και διαφορετικές ταυτότητες ή/και περσόνες, κάτι που βέβαια την απομακρύνει ολοένα και περισσότερο από την αίσθηση της πραγματικότητας.

Μετά την πρώτη της επαφή με την οικογένεια της στην Κορέα, η Freddie βρίσκεται να ακροβατεί ανάμεσα σε δύο διαφορετικές κουλτούρες, κάτι που επιδεινώνεται μέσα από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει εκείνη τις καταστάσεις. Το τελευταίο βράδυ του ταξιδιού της στη Σεούλ, καταλήγει μαζί με κάτι φίλους της σε ένα μπαρ για ένα τελευταίο ποτό πριν την αναχώρησή της. Και παρά το γεγονός ότι σε αυτό το μπαρ κανείς άλλος δεν χορεύει, εκείνη ζητά ένα συγκεκριμένο τραγούδι από τον DJ του μαγαζιού και αρχίζει να χορεύει ξέφρενα στον ρυθμό του.

Σε αυτήν ακριβώς την σκηνή έχουμε την ευκαιρία να δούμε την Freddie κάτω από όλες αυτές τις διαφορετικές ταυτότητες που η ίδια έχει επιβάλλει στον εαυτό της

Καθώς χορεύει, νιώθουμε σαν η κάμερα να αδυνατεί να ακολουθήσει τον ρυθμό της, καθώς εκείνη καταφέρνει πάντοτε να ξεφεύγει από το πλάνο. “I never needed anybody…” επαναλαμβάνεται διαρκώς από το ρεφρέν του τραγουδιού Anybody, ένα original κομμάτι που δημιουργήθηκε για την ταινία από τους Jérémie Arcache και Christophe Musset. Ένα κομμάτι που επιβεβαιώνει τα αντανακλαστικά της Freddie στο να απομακρύνει τον εαυτό της, όχι μόνο από τον τόπο της αλλά και από το οποιοδήποτε άτομο προσπαθεί να την πλησιάσει.

Αν και σε μία πρώτη ανάγνωση, αυτά που χωρίζουν τον Calum και την Freddie είναι περισσότερα από αυτά που τους ενώνουν, υπάρχει πάντοτε μία σχεδόν αόρατη κλωστή που ενώνει τους δύο χαρακτήρες. Με τη βοήθεια της μουσικής, και οι δύο προσπαθούν να απελευθερώσουν αυτό το τεράστιο συναισθηματικό φορτίο που τους βαραίνει, ακόμη κι αν γνωρίζουν πως αυτή η αίσθηση ελευθερίας θα κρατήσει όσο κρατά και το ίδιο το τραγούδι. Οι δύο αυτές σκηνές εν τέλει λειτουργούν ως ένα καταφύγιο για δύο βασανισμένες ψυχές που αναζητούν τη δική τους κάθαρση μέσω του χορού και της κίνησης, όταν πια όλα τα άλλα μοιάζουν να έχουν αποτύχει.

*H Επιστροφή στη Σεούλ είναι από σήμερα διαθέσιμη για streaming στο Cinobo.

 

0

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *