Το 1939 στο Μπέι Σίτι της Καλιφόρνια ξεδιπλώνεται ένα μυστήριο. Ο Μάρλοου (Λίαμ Νίσον) είναι ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ. Ένα πρωί, μια γυναίκα εμφανίζεται στο γραφείο του. Του αναθέτει να βρει τον εραστή της, Νίκο Πίτερσον, που εξαφανίστηκε χωρίς να πει αντίο. Η έρευνα του Μάρλοου όμως διχάζεται όταν φτάνει στο ερώτημα: είναι πραγματικά νεκρός ο Πίτερσον;
Σε γενικές γραμμές το βρήκα αρκετά επεξηγηματικό, προσπαθώντας να πει με λόγια κάτι που κανονικά έπρεπε να δείξει με εικόνες. Ένα τεράστιο μέρος της ταινίας αφιερώνεται σε στιγμές του Μάρλοου να επισκέπτεται ανθρώπους που συνδέονται κάπως με τον Πίτερσον. Από σκηνή σε σκηνή αρχίζει να επικρατεί μια σειρά συζητήσεων που είναι ταυτόχρονα εκτός και εντός θέματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό ο ρυθμός και η ροή της ιστορίας, προκαλώντας μια οπτική και αφηγηματική κόπωση. Η συνέχεια, δυστυχώς, φλύαρη, προβλέψιμη με αρκετά κλισέ και βολικές συμπτώσεις. Το θετικό της ταινίας θα έλεγα πως είναι οι όμορφες τοποθεσίες, τα σκηνικά και τα κοστούμια της εποχής.
Το γεγονός ότι πρωταγωνιστεί ο Λίαμ Νίσον υποσκιάζει όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά της ταινίας
Είναι το μέσο τους για να κρύψουν ένα μέτριο σενάριο. Και εδώ μπαίνει το ερώτημα. Γιατί ο Λίαμ Νίσον επιμένει να παίζει σε ταινίες που δεν του προσφέρουν καλλιτεχνική πληρότητα; Στο παρελθόν έχει αποδείξει τον εαυτό του ως αξιόλογο ηθοποιό και θεωρητικά έχει την δυνατότητα ναείναι πιο επιλεκτικός με τους ρόλους τους. Τα παραδείγματα είναι ποικίλα, από σημαντικές ταινίες για την ιστορία του κινηματογράφου όπως το Η Λίστα του Σίντλερ, ανατρεπτικές ταινίες δράσης όπως το Η Αρπαγή, αλλά και πολλά άλλα παραδείγματα.
Κλείνοντας, το Marlowe είναι μια ταινία που συνδυάζει μυστήριο και δράση, χωρίς όμως να προσφέρει κάτι το ανατρεπτικό ή διαφορετικό στο είδος. Αντιθέτως, συμβάλλει στο να το κρατάει στάσιμο. Οι ανατροπές του είναι κάτι που το κοινό ήδη γνωρίζει, καθώς τα μοτίβα της παραπέμπουν σε Αγκάθα Κρίστι. Το έργο αυτό θα το πρότεινα μόνο για μια ανάλαφρη προβολή, κρατώντας μικρό καλάθι.