Ανεβαίνοντας στη σκηνή του σινεμά Arlecchino για να προλογίσει την προβολή του Jaws (1975), ο Michael Pogorzelski, διευθυντής της Ταινιοθήκης της Αμερικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, δεν χρησιμοποίησε τις λέξεις «αριστούργημα», «έπος» ή«blockbuster» για να περιγράψει την ταινία του Spielberg, όπως ίσως περίμενε το κοινό της sold-out προβολής. Αντιθέτως, προτίμησε να αναφερθεί στην ταινία ως «χρονομηχανή», καθώς επρόκειτο να παρακολουθήσουμε την ορίτζιναλ Technicolor dye-transfer κόπια που προβλήθηκε για πρώτη φορά στο κοινό του Λονδίνου, στη βρετανική πρεμιέρα της ταινίας το 1975. Για τις επόμενες δύο ώρες, ανάμεσα σε 400 ακόμη άτομα που επέλεξαν να παραλείψουν τη μοναδική προβολή του The Conversation (1974) του Coppola στην Piazza Maggiore για χάρη του Jaws, έμεινα να κοιτώ αποσβολωμένη τη μεγάλη οθόνη παρακολουθώντας την ταινία που έκανε τόσο κόσμο να φοβάται να πάει στην παραλία το καλοκαίρι του 1975.
Στο Il Cinema Ritrovato κάθε ταινία είναι μία μικρή χρονομηχανή
Το φετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ προσπάθησε να φιλοξενήσει όσο το δυνατόν περισσότερες τέτοιες μικρές χρονομηχανές, κάτι που φυσικά δυσκόλεψε σημαντικά την διαμόρφωση του προσωπικού προγράμματος για κάθε επισκέπτρια και κάθε επισκέπτη. Στο Il Cinema Ritrovato είναι σχεδόν δεδομένο πως ό,τι επιλέξεις να δεις θα συμπίπτει με μία άλλη προβολή που επίσης θα ήθελες πολύ να δεις. Εκεί ακριβώς μπαίνουν τα προσωπικά κριτήρια του κάθε ατόμου: Θέλω να δω μία γνωστή ταινία που μέχρι στιγμής έχω καταφέρει να δω μόνο στην οθόνη του λάπτοπ μου; Ή μήπως θέλω να δω μία ταινία που για χρόνια τη νόμιζαν χαμένη; Μήπως τελικά θέλω να δω εκείνη που δεν γνώριζα καν την ύπαρξη της; Απαντώντας κι εγώ στα παραπάνω ερωτηματικά βρέθηκα με περίπου 20 ταινίες στη λίστα μου, προσπαθώντας να διατηρήσω μία ισορροπία ανάμεσα στις φεστιβαλικές προβολές και τις μακαρονάδες μπολονέζ που ήθελα να δοκιμάσω στην πόλη. Ακόμη, όμως και με την εμπειρία της περσινής χρονιάς σχετικά με τους ρυθμούς του φεστιβάλ, το FOMO ήταν εκεί να μου υπενθυμίζει πως για κάθε ταινία που βλέπω, εκείνη την ώρα άλλο ένα «διαμαντάκι» του παγκόσμιου κινηματογράφου παίζεται σε κάποια αίθουσα πολύ κοντά μου.
Την έναρξη της φεστιβαλικής μου εβδομάδας κήρυξε ο αγαπημένος φίλος του φεστιβάλ -και δικός μας πλέον- Wim Wenders, ανεβαίνοντας στη σκηνή της μεγάλης πλατείας για να προλογίσει το Paris Texas. Υπό άλλες συνθήκες, το γεγονός ότι εκείνη την πρώτη βραδιά κόντευα να συμπληρώσω 24 ώρες άυπνη λόγω του ταξιδιού και η Μπολόνια μάς υποδέχτηκε με πολλά μποφόρ και χάμηλες θερμοκρασίες -κάτι για το οποίο τα περιεχόμενα της βαλίτσας μου δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένα- θα ήταν λόγος να επιστρέψω νωρίς στο σπίτι. Υπήρχε, όμως, κάτι τρομερά ρομαντικό, όχι μόνο στο αδιάκοπο ταξίδι του Travis, αλλά και στην ατμόσφαιρα της βραδιάς που τελικά μας κράτησε όλ@ μετά τα μεσάνυχτα μπροστά από τη μεγάλη οθόνη της ανεμοδαρμένης πλατείας.
Δύο ανακαλύψεις από τη δεκαετία του 1920
To βράδυ της 26ης Ιουνίου, έπειτα από πολλές βροχερές βραδιές, κατάφερε επιτέλους να ανάψει η θρυλική χειροκίνητη μηχανή προβολής με τόξο άνθρακα (carbon-arc projector) στην Piazzeta Pasolini για να παρακολούθησουμε την ταινία Bílý ráj (White Paradise, 1924) ακριβώς 100 χρόνια από την πρώτη φορά που κυκλοφόρησε στην Τσεχοσλοβακία. Πρόκειται για μία από τις ταινίες σε σκηνοθεσία και σενάριο του Karel Lamač, με ηθοποιό την Anny Ondráková και τον Otto Heller πίσω από την κάμερα, οι οποίοι έμειναν στην ιστορία, όπως μας πληροφόρησε ο επιμελητής του προγράμματος Oliver Hanley, ως η dream-team του Τσέχικου βωβού σινεμά. Παρέα με τις live μελωδίες ενός πιάνου και μίας άρπας, η προβολή του Bílý ráj μάς μετέφερε σε ένα απόκοσμο χιονισμένο τοπίο ενός ασπρόμαυρου φιλμ το οποίο είχε χρωματιστεί με τεράστια προσοχή στη λεπτομέρεια από την ομάδα αποκατάστασης.
Μιλώντας για σινε-κονσέρτα, ένα είναι αυτό που όσ@ βρέθηκαν εκεί πιστεύω πως θα θυμούνται για πάντα: η προβολή του Chemi Bebia (1929) στο ιστορικό σινεμά Modernissimo με τη συνοδεία του φινλανδικού μουσικού ensemble Cleaning Women. Η ιστορία της συγκεκριμένης προβολής ξεκινά τον Σεπτέμβρη του 2023, όταν η Alice Rohrwacher βρέθηκε στο Κολοράντο για το Telluride Film Festival. Εκεί είδε για πρώτη φορά αυτό το avant-garde, πειραματικό, σλάπστικ φιλμ από τη Γεωργία με τη live μουσική των Cleaning Women. Αμέσως μετά, όπως μας είπε και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Il Cinema Ritrovato, Gian Luca Farinelli, του τηλεφώνησε λέγοντάς του ότι αυτή η ταινία με αυτό το original μουσικό score πρέπει οπωσδήποτε να μπει στο πρόγραμμα του φετινού φεστιβάλ. Έτσι κι έγινε, μόνο που ο καιρός για άλλη μία φορά δεν επέτρεψε την προβολή στη μεγάλη πλατεία της πόλης. Η φρενίτιδα, όμως, της ταινίας και της μουσικής ήταν παραπάνω από αρκετά για να δημιουργήσουν τελικά μία αξέχαστη κινηματογραφική εμπειρία.
Προσωπικό αγαπημένο
To ταξίδι στον χρόνο συνεχίστηκε με ταινίες που δεν είχα ξανακούσει ποτέ, όπως το Merlusse (1935), που αποτέλεσε τη βάση για το The Holdovers του Alexander Payne, ή με ταινίες που είχα χρόνια στη λίστα μου, αλλά ήξερα ότι πιθανότατα δεν θα έχω άλλη ευκαιρία να δω στη μεγάλη οθόνη, όπως το Shanghai Express (1932) ή τη σύγχρονη βουβή τριλογία του Φινλανδού Juho Kuosmanen, Mykkätrilogia. Πιστεύω, όμως, πως του χρόνου τέτοιες μέρες, αν ποτέ με ρωτήσουν τι θυμάμαι από το Il Cinema Ritrovato του 2024, πέρα από την εμπειρία του Chemia Bebia, η σίγουρη απάντησή μου θα είναι η προβολή του Murdering the Devil (1970) της Ester Krumbachová. Η μοναδική σκηνοθετική απόπειρα της σκηνογράφου και σχεδιάστριας κοστουμιών του Τσέχικου Νέου Κύματος, θα μπορούσε να μεταφραστεί σήμερα σαν ένας οδηγός με όλα τα red flags που αγνοούμε μπαίνοντας σε μία νέα σχέση. Με αυτή την ταινία η Krumbachová, εμπνευσμένη και από το έργο των έως τότε συνεργάτιδών της, διακωμωδεί μία προς μία τις συμβάσεις των ρομαντικών κομεντί και παραδίδει ένα εξαιρετικό, σουρεαλιστικό παράδειγμα που ανήκει επάξια στον κανόνα της παγκόσμιας φεμινιστικής κινηματογραφίας. Αν πω κάτι περισσότερο, κινδυνεύω να ξεπεράσω το κατώφλι του fangirling και των spoiler, αν και ξέρω ότι πλέον έχω βρει μία νέα αγαπημένη γυναίκα σκηνοθέτρια και δημιουργό εκεί έξω.
In this festival, you can’t go wrong
Καθώς οι μέρες προχωρούν στο Il Cinema Ritrovato, αυτό που σκέφτομαι πάντα είναι ότι ζηλεύω τους ανθρώπους που αποφασίζουν να παρακολουθήσουν τις ταινίες από ένα ολόκληρο αφιέρωμα. Θα ήθελα πολύ να είχα δει όλες τις ταινίες του προγράμματος με την Marlene Dietrich, ή να γνωρίσω το σινεμά του Kozaburo Yoshimura στο σύνολό του. Και παράλληλα, κάπως με θλίβει το ότι πολλά άτομα επιμένουν να αναφέρονται στο συγκεκριμένο φεστιβάλ ως έναν «σινεφίλ παράδεισο», έναν χαρακτηρισμό που δημιουργεί μία αίσθηση αποκλειστικότητας μεταξύ των ανθρώπων του σινεμά. Πράγματι, το Il Cinema Ritrovato δημιούργηθηκε και αγαπήθηκε από άτομα που αγαπούν και γνωρίζουν καλά τον κινηματογράφο. Παράλληλα, όμως, αποτελεί κι ένα ανοιχτό παράθυρο για κάθε άνθρωπο εκεί έξω που απλά έχει την περιέργεια και θέλει να ανακαλύψει περισσότερα για την ιστορία του μέσου, από άτομα που είναι πρόθυμα να μοιραστούν απλόχερα όλη αυτή τη γνώση.
Φεύγοντας, πάντα σκέφτομαι τα λόγια ενός φίλου με τον οποίο γνωρίσαμε μαζί το Il Cinema Ritrovato και δώσαμε υπόσχεση να επιστρέφουμε σε αυτό κάθε χρόνο: Σε αυτό το φεστιβάλ δεν μπορείς να κάνεις λάθος, δεν υπάρχει ταινία που θα σε απογοητεύσει. Κάθε ταινία θα είναι «η σωστή», κάθε προβολή θα σου αφήσει κάτι να θυμάσαι.
4