fbpx
CinemaCultureTFCinema

Η ‘Priscilla’ της Sofia Coppola είναι μία ιστορία για δύο διαφορετικούς κόσμους που κάποτε συνυπήρξαν

Όταν είδα τη νέα ταινία της Sofia Coppola στις Νύχτες Πρεμιέρας, δεν περίμενα ότι θα με κατακλύσουν τόσα ετερόκλητα συναισθήματα ταυτόχρονα. Αν καθίσω να σκεφτώ λίγο ακόμα πόσες ταινίες απέρριψε πανηγυρικά φέτος η Ακαδημία, τότε σίγουρα το Priscilla θα είναι μέσα σε αυτές.

Το να μιλάς για θρύλους, για ανθρώπους που έχουν ή είχαν τόση δύναμη να επηρεάζουν με την τέχνη τους άλλους ανθρώπους είναι από μόνο του μια μεγάλη πρόκληση. Αυτό ισχύει τόσο για τους κινηματογραφιστές, αλλά και για όσα άτομα αγαπούν την τέχνη του σινεμά και αντλούν έμπνευση από τις αφηγήσεις της μεγάλης οθόνης. Ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση είναι το να αποφασίζεις να αφηγηθείς μια ιστορία για μια γυναίκα που έζησε δίπλα σε έναν θρύλο.

Εκείνη, μικρό κορίτσι, μόλις στα 14 της, γνωρίζει τον «βασιλιά» της ροκ-εντ-ρολ. Όλα τα κορίτσια, μικρότερα ή μεγαλύτερα από εκείνη, θα ήθελαν να είναι στη θέση της. Ποια είναι, όμως, η θέση της;

Ποια είναι η Priscilla δίχως τον Elvis; Χωράει μία θέση ονείρων μέσα σε τόση δόξα εκτός ορίων;

Η Sofia Coppola δημιούργησε μια ταινία που εξ αρχής είχε πολλές δυσκολίες να αντιμετωπίσει. Από σήμερα, μπορείς να δεις την ταινία στις ελληνικές αίθουσες, κι αν κάτι ίσως σου κάνει εντύπωση από τις πρώτες στιγμές είναι ότι δεν θα ακούσεις ούτε ένα τραγούδι του Elvis Presley. Η Sofia Coppola και η Priscilla Presley, της οποίας το βιβλίο Elvis and Me ήταν η βασική πηγή έμπνευσης της δημιουργού, αποφάσισαν πως αυτός ο μουσικός διάδρομος της ταινίας θα ντυθεί με άλλες μουσικές. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα από τα ομορφότερα soundtrack που άκουσα για φέτος, κάτι που ταιριάζει απόλυτα με την τρυφερή και μοναδική φωτογραφία της ταινίας.

Αν θέλω να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου, ένα από τα πολλά πράγματα που συζήτησα αφού είδα την ταινία είναι ότι θα ήθελα να δω λίγο περισσότερο Elvis. Ήθελα, όμως, πραγματικά; Αποφάσισα τελικά να δω το Elvis του Baz Luhrmann, το οποίο είχα αφήσει συνειδητά για «αργότερα», και να που ήρθε και με βρήκε η ταινία μόνη της. Αυτό που κατάλαβα, λοιπόν, είναι πως αυτές οι «κοινές» ιστορίες προέρχονται από δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους.

Ο κόσμος της Priscilla δεν είναι μόνο ροζ

Έχει σκοτεινές γωνίες, αλλά όχι μόνο. Η Graceland φωτίζει με την παρουσία της, αλλά μόνο με την παρουσία του συζύγου της εκεί, παρόλο που ακόμα και τότε, οι αύρες τους έχουν διαφορετικές «χροιές» που πατούν μόνο πάνω στη δική του φωνή.

Ο κόσμος του Elvis είναι έντονος σε όλα. Πολύχρωμος, γεμάτος ένταση. Κατακλυσμένος από τη βαθύτερη ανάγκη του να γίνει αυτό ακριβώς που ονειρεύεται. Βαλλόμενος από όσα θα ήθελε ο κόσμος να είναι, εμπιστεύεται σχεδόν τυφλά τον ατζέντη του, χωρίς να σκεφτεί τις πραγματικές συνέπειες.

Βγαίνοντας, λοιπόν, από την αίθουσα, δεν ξέρω πού και πώς ακριβώς θα σε έχει βρει αυτή η ταινία. Σίγουρα θέλει τον χρόνο της για να περάσει κάτω από την επιφανειακή πρώτη προβολή. Η ιστορία αυτή είναι μια ωδή στη γυναικεία χειραφέτηση. Είναι για αυτό το μικρό κορίτσι που απέκτησε ό,τι πόθησε, για την κοπέλα που θέλει να μεγαλώσει, να μάθει και να ζήσει δίπλα στον μοναδικό σύντροφό της, και για την γυναίκα που δεν θα ξεχάσει ποτέ ποια -τελικά- είναι.

Φωτογραφία κειμένου: Sabrina Lantos | A24

1

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *