Στην εποχή της θερινής ραστώνης, έρχεται ένας κλασσικός Γάλλος δημιουργός του Νέου Γαλλικού Κύματος, να μας βυθίσει ακόμα περισσότερο σε αυτή. Λάτρης των εποχών, και κάθε λογής ιστορίας που μπορείς να βιώσεις σε κάθε εποχή, ο Eric Rohmer ήταν και αυτός ένας από τους πρωτοπόρους σκηνοθέτες της Nouvelle Vague και κατά τα λεγόμενα του Truffaut, ίσως και ο ανθεκτικότερος.
Ένας μελαγχολικός ποιητής που μελετά βαθιά τους ανθρώπους και τις ανθρώπινες σχέσεις.
Επηρεάζοντας χωρίς να το ξέρει πολλούς δημιουργούς τις δεκαετίες ’80 και ’90, ήταν εκείνος που έκανε σύμβολα τους ήρωες του, μέσα από τις συζητήσεις μεταξύ τους για ιδέες. Προτιμά τη στατική εικόνα, δεν υπερβάλλει, αποτυπώνει με ακρίβεια και σχεδόν χωρίς καθόλου μουσική τους προβληματισμούς των ανθρώπινων σχέσεων. Ο Rohmer δεν είναι από τους δημιουργούς που προσπαθούν να τελειοποιήσουν τους χαρακτήρες τους. Αντιθέτως, βασίζεται στα ατελή χαρακτηριστικά τους, στην εσωστρέφεια τους, ενίοτε στις ιδιαίτερες σκέψεις τους και εξωτερικεύει μέσα από τους διαλόγους τον τρόπο που μπορεί να σκεφτεί ο καθένας.
Άλλωστε, ο ίδιος είχε πει πως αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να δείξει τον τρόπο με τον οποίον δουλεύει η φαντασία ενός ανθρώπου – να αποτυπώσει μέσα από μια ταινία αυτό που φαντάζει πιο ξένο στο κοινό, δηλαδή την ουσία του να εξωτερικεύεις συναισθήματα πολύ βαθιά θαμμένα στο υποσυνείδητο.
Ο Eric Rohmer έφτιαξε τρεις σειρές ταινιών μεταξύ 1963 και 1998
Η πιο γνωστή σειρά του, η ‘Six Moral Tales’ πραγματεύεται ιστορίες με πρωταγωνιστές που αντιμετωπίζουν διλήμματα σχετικά με την πίστη και τους βαθύτερους πόθους τους. Η ταινία που έχει ξεχωρίσει είναι το My Night at Maud’s που θεωρείται από τις κορυφαίες ταινίες στην καριέρα του.
Αργότερα, δημιούργησε τη δεύτερη σειρά ταινιών, την ‘Comedies and Proverbs’, μια σειρά που οι έννοιες ‘παρεξήγηση’ και ‘παραπλάνηση’ κυριαρχούν και διαμορφώνονται γύρω από τους 20-something χαρακτήρες. Ο τρίτος και τελευταίος κύκλος ταινιών του, αφορά τις τέσσερις εποχές όπου αντλεί και την έμπνευση για κάθε ιστορία, γι’ αυτό και η ονομασία ‘Tales of the Four Seasons’. Ανάμεσα σε αυτές τις θεματολογίες δημιούργησε και ταινίες ανεξάρτητες. Κάποιες από αυτές αγαπήθηκαν πολύ, ενώ άλλες εκτιμήθηκαν λιγότερο.
Όπως είχε πει και ο Quentin Tarantino, χρειάζεται να δεις μόνο μια ταινία του Eric Rohmer για να καταλάβεις αν σου αρέσει ή όχι. Μετά μπορείς να δεις και τις υπόλοιπες, αλλά αυτή τη μια πρέπει σίγουρα να τη δεις. Αν θέλεις κι εσύ να ταξιδέψεις για λίγο έστω και μέσα από μια ταινία του Eric Rohmer, σου έχω παρακάτω τις καλύτερες για καλοκαίρι.
The Collector (1967)
Στη πρώτη έγχρωμη ταινία του, ο Eric Rohmer μάς ταξιδεύει μαζί με τον πρωταγωνιστή της, τον Adrien (Patrick Bauchau) σε μια απομονωμένη βίλα ενός φίλου του όπου αποφασίζει να περάσει ήρεμες διακοπές που δεν είχε κάνει τα τελευταία δέκα χρόνια. Εκεί βρίσκει την ευκαιρία να ξεχάσει τη ζωή που είχε, να αφιερωθεί στα βιβλία και στη καθημερινή του επίσκεψη στη κοντινή παραλία, αλλά παράλληλα να μιλήσει και με τον παλιό του φίλο και ζωγράφο, τον Daniel (Daniel Pommereulle). Αυτό που δεν έχει υπολογίσει στη κατά τ’ άλλα ιδανική για εκείνον συνθήκη, είναι η απρόσμενη εμφάνιση μιας νεαρής κοπέλας, της Haydee (Haydee Politoff) η οποία θα εμπλακεί τόσο συναισθηματικά όσο και σωματικά, αλλά περισσότερο εγκεφαλικά και με τους δύο.
Claire’s Knee (1970)
Σε αυτή τη ταινία, ο Eric Rohmer, δημιουργεί μια ιστορία σε ένα ζεστό καλοκαίρι με αφορμή ένα μισάνοιχτο πουκάμισο, συζητήσεις για έρωτα, τη βαρεμάρα της συνήθειας, την αναπόφευκτη έλξη, τις αποστάσεις και τους δεσμούς, όλα αυτά σε ένα εξοχικό στη λίμνη Ανεσί. Εκεί, ο Jerome (Jean-Claude Brialy) αποφασίζει να περάσει τις διακοπές του λίγο πριν το γάμο του, και συναντάει με αφορμή μια παλιά γνωστή του, μια νεαρή κοπέλα που του τραβάει τη προσοχή. Και ενώ η παλιά γνωστή του, ούσα συγγραφέας, εμπνέεται από την ιστορία τους για το επερχόμενο βιβλίο της, η άφιξη μιας άλλης κοπέλες περιπλέκει τα πράγματα για όλους.
Pauline at the Beach (1983)
Μια νεαρή κοπέλα, η Pauline (Amanda Langlet), πηγαίνει διακοπές σχεδόν αναγκαστικά με την μεγαλύτερη ξαδέρφη της, η οποία μόλις χώρισε με τον άντρα της. Εκεί θα συναντήσουν τρείς διαφορετικούς άντρες, σε διαφορετικές ηλικίες που θα επηρεάσουν ο καθένας ξεχωριστά τις διακοπές τους. Η Pauline θα χρειαστεί να έρθει αντιμέτωπη με συζητήσεις ερωτικές, παρατηρεί και πάει όπου.. τη πάει η ζωή. Λίγο σαν μια ξέγνοιαστη εφηβεία που διακόπτεται από την ενήλικη ζωή, ο Eric Rohmer δημιούργησε μια ταινία βγαλμένη από τις λανθασμένες αντιλήψεις για την αγάπη που τείνουμε να έχουμε και τελικά ξεχνάμε να είμαστε ευτυχισμένοι.
The Green Ray (1986)
Μέσα Ιουλίου, και η Delphine (Marie Riviere), αναζητά τον καλοκαιρινό προορισμό της, αφού η φίλη της ακύρωσε τελευταία στιγμή της διακοπές της. Νιώθει λίγο χαμένη, απεγνωσμένη, δεν έχει και την πιο υπέροχη διάθεση. Δηλαδή περίπου σαν όλους τους βασικούς χαρακτήρες των ταινιών του Rohmer. Όμως όλοι έχουν ένα χάρισμα, θέλεις να τους παρατηρείς και να τους ακούς. Η ιστορία, λοιπόν, της Delphine εξελίσσεται μέσα από μια σειρά γεγονότων που τελικά την οδηγούν σε ένα βαθύτερο ταξίδι του εαυτού της αλλά και σε μια γνωριμία που θα την αλλάξει εντελώς. Fun Fact: Ο τίτλος της ταινίας, Η Πράσινη Ακτίνα, αναφέρεται σε ένα φυσικό φαινόμενο μιας λάμψης πράσινου φωτός που φαίνεται μερικές φορές στον ορίζοντα καθώς δύει ο ήλιος. Θα το χαρακτήριζε κανείς δυσεύρετο, ακριβώς όπως η αναζήτηση της ευτυχίας για τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα αυτής της ταινίας.
A Summer’s Tale (1996)
Σαν να βλέπεις μια παρέα να μιλάει, σαν να ζεις μέσα στην ιστορία και εσύ, αληθινοί άνθρωποι που αντιμετωπίζουν αληθινά ρομαντικά προβλήματα. Κάπως έτσι ο Eric Rohmer αποτυπώνει μια Καλοκαιρινή Ιστορία για έναν νεαρό, τον Gaspar (Melvil Poupaud), απόφοιτο μαθηματικού, ο οποίος πηγαίνει σε ένα όμορφο νησί, περιμένοντας να περάσει τις διακοπές του με την κοπέλα του. Όταν εκείνη δεν εμφανίζεται, δημιουργεί φιλικές σχέσεις με μια κοπέλα που δουλεύει στη πόλη, και μια φίλη της. Η φόρμα της ταινίας μοιάζει με ημερολόγιο, όπου μέρα με τη μέρα οδηγείσαι και στον επίλογο του. Ο φυσικός διάλογος που περιγράφει σκέψεις νεανικές, ελπίδες και απογοητεύσεις στην αναζήτηση για τον έρωτα, δημιουργεί τελικά ένα όμορφο ντελικάτο συναίσθημα.
