Συντάκτρια: Αθηνά Γιαντσίδη
Με έναν γενναίο και γοητευτικό τίτλο, η Σοφία Νικολαΐδου ολοκληρώνει την άτυπη τριλογία. Mε προκατόχους το “Απόψε δεν έχουμε φίλους’’ και το “Χορεύουν οι ελέφαντες’’, το “Στο τέλος νικάω εγώ’’ (εκδ. Μεταίχμιο) δε θα μπορούσε να αποτελέσει πιο ταιριαστό επίλογο.
Η πλοκή
Ακολουθώντας τη συγγραφική συνταγή των προηγούμενων, το “Στο τέλος νικάω εγώ’’, εκτυλίσσεται μεταξύ δύο διαφορετικών περιόδων. Ο Μεγάλος Πόλεμος και ο Εθνικός Διχασμός από τη μία, η σύγχρονη πολιτικοκοινωνική αστάθεια από την άλλη. Εποχές και ιστορίες που, όχι μόνο δεν αντιπαρατίθενται, αντίθετα φαίνεται να συνδέονται με ένα αδιόρατο και απροσδιόριστο-στην αρχή τουλάχιστον- νήμα. Κοινός παρονομαστής, η πόλη της Θεσσαλονίκης, ένα καζάνι που -πάντα μοιάζει να- βράζει. Ένας αστυνομικός παθιασμένος με το Βενιζέλο κι ένας φιλοβασιλικός πρώην χωροφύλακας στα δύο άκρα. Και στη μέση, ο καλλιτέχνης ζαχαροπλάστης Γιωργάκης με την περίφημη κρέμα του και το λόγο του που προσπαθεί να χτίσει γέφυρες. Έριδες που φουντώνουν κι ένα γράμμα από τον ίδιο το Βενιζέλο που θα σταθεί αφορμή για τραγικές εξελίξεις. Μια σπιρτόζα καμπαρετζού και ένας γιατρός, βετεράνος του Βερντέν, που αντηχεί ως η φωνή της λογικής. Εκατό χρόνια περίπου αργότερα, ο αναγνώστης θα ξανασυναντήσει γνώριμους ήρωες: Μηνάς Γεωργίου, Εβελίνα Ντινοπούλου, ο εμβληματικός πλέον Μαρίνος ‘’Σουκ’’ Σουκιούρογλου. Μια Ημερίδα για την απελευθέρωση της πόλης θα τους χαρίσει την πολυπόθητη βεβαίωση, ένα ακόμη δυνατό στοιχείο για το τέλειο βιογραφικό, και θα τους φέρει σε επαφή με νέα πρόσωπα και καταστάσεις.
Τα θέματα
Ως εκπαιδευτικός και η ίδια (εργάζεται ως φιλόλογος στο Πειραματικό Σχολείο του Αριστοτελείου), η Νικολαΐδου έχει επιλέξει την δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευσης ως έναν από τους βασικούς άξονες που διατρέχουν τα αυτοτελή βιβλία αυτής της τριλογίας. Στο συγκεκριμένο, και καθώς οι πρωταγωνιστές έχουν αποφοιτήσει πλέον από το Λύκειο, εστιάζει σε ορισμένες παθογένειες του ελληνικού Πανεπιστημίου. Οι σχέσεις εξάρτησης και εξυπηρέτησης που μπορεί να χτίσουν καριέρες, η εκμετάλλευση χρηματοδοτικών κονδυλίων, η αναξιοκρατία που ανθεί στο ακαδημαϊκό περιβάλλον, πτυχές που καταδεικνύονται τόσο μέσω της σφοδρής αντιπαλότητας -και ασυμβατότητας- του Σουκ με τον καθηγητή Πανεπιστημίου Στράτο Τσάκα, όσο και μέσω της ανάληψης διοργάνωσης της Ημερίδας από το δεύτερο. Ο ένας ‘’διαμορφώνει μυαλά’’ στο Λύκειο, ο άλλος καταχράται επιχορηγήσεις και εκμεταλλεύεται στο έπακρο όποιον μπορεί να του φανεί χρήσιμος.
Η “Μεγάλη Φυγή’’ των νέων στο εξωτερικό είναι ακόμη ένα από τα θέματα που θίγεται. Αυτό που καταφέρνει, ωστόσο, η συγγραφέας είναι να αποφύγει τη στερεοτυπική θέασή του. Φυσικά και είναι πολλοί εκείνοι που εξαναγκάζονται από τις απελπιστικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας να αναζητήσουν αλλού μια καλύτερη τύχη. Ή εκείνοι, που επιθυμούν διακαώς να θέσουν γερά θεμέλια για αξιοζήλευτες επαγγελματικές πορείες. Υπάρχουν, όμως, και οι άλλοι, που στην ιεραρχία τους έρχεται πρώτο το ταξίδι, η εμπειρία, η ασύλληπτη γνώση και η διεύρυνση των οριζόντων, στοιχεία που μπορούν να προέλθουν, όχι όμως αποκλειστικά, από τις ακαδημαϊκές αίθουσες.
Και, βέβαια, η αγαπημένη ασχολία των Ελλήνων ανά τους αιώνες, η πόλωση. Ως κατευθυντήρια δύναμη στην ιστορία του παρελθόντος και ως ηπιότερος καμβάς στο παρόν, η ανάγκη για διαίρεση κάνει την εμφάνισή της ξανά και ξανά, λες και ένας ολόκληρος λαός αρνείται πεισματικά να κοιτάξει πίσω για τα λάθη του, ώστε να μην τα αντικρίσει και πάλι μπροστά του.
Να το διαβάσω;
Η Νικολαΐδου έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερη, προσωπική τεχνική σύνδεσης του παρελθόντος με το παρόν. Ιστορίες που αρχικά μοιάζουν με παράλληλες γραμμές, συναντιούνται και τέμνονται, ευφάνταστα αλλά ρεαλιστικά, εξυπηρετώντας πολλά περισσότερα από την οικονομία της πλοκής.
Και έτσι, ξεδιπλώνεται κι η ιδέα που έχει αναπτύξει η συγγραφέας για καθέναν από τους ήρωές της. Τα πρόσωπα δεν αποτελούν απλώς χαρακτήρες-πιόνια στην προσπάθεια να αναδειχθεί το ιστορικό υπόβαθρο ή το αφηγηματικό πλαίσιο. Άλλωστε, η συγγραφέας πιστεύει πως οι ήρωες πρέπει “να έχουν ζήσει μέσα στο σπίτι σου’’ για να περάσουν σωστά στο χαρτί σου. Παρατηρεί, επομένως, ο αναγνώστης, τόσο την ανάδειξη των συλλογικών προβλημάτων, όσο και των ατομικών προβληματισμών. Από τη μία ο πόλεμος που σκεπάζει τα πάντα, η πόλωση και οι διαμάχες. Aπό την άλλη ένας συνεσταλμένος Γιωργάκης που δεν λέει να το βάλει κάτω, που ελπίζει και ερωτεύεται και έχει μάθει να νικάει πάντα με τον τρόπο του. Από τη μία, ένα δημοψήφισμα που διχάζει τη χώρα, η απειλή της οικονομικής καταστροφής και η σήψη των κρατικών συστημάτων. Aπό την άλλη, νέοι άνθρωποι που ονειρεύονται και λαχταρούν να ζήσουν τη ζωή τους, παρά τις όποιες αντιξοότητες.
Η Σοφία Νικολαΐδου ξέρει πολύ καλά τι κάνει. Βυθίζει το μαχαίρι με χειρουργική ακρίβεια, όπου και όσο χρειάζεται, χωρίς να καταστροφολογεί ή να μεμψιμοιρεί. Εισάγει στο κείμενό της την αισιοδοξία ενός ανθρώπου που δεν αιθεροβατεί, που είναι διατεθειμένος να προσπαθήσει με όλες του τις δυνάμεις. Άλλωστε, δε θα γινόταν αλλιώς. Στο τέλος, μόνο έτσι επιτυγχάνονται οι νίκες.
0