Συντάκτρια: Αθηνά Γιαντσίδη
Αν με ρωτούσαν εμένα, τα βιβλία δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η καταγραφή μίας και μοναδικής ιστορίας ˙ της ιστορίας ολόκληρης της ζωής, με κάθε πιθανότητα που αυτή εμπεριέχει, ιδωμένης απλώς μέσα από εκατομμύρια διαφορετικά πρίσματα. Και της προσπάθειας του κάθε ”καταγραφέα” να φτάσει, με αυτόν τον τρόπο, σε κάποιο είδος προσωπικής ελευθερίας. Έτσι σήμερα, τα πλήκτρα της γραφομηχανής χτυπάνε για έναν άνθρωπο που κατάφερε, με τον τρόπο του, όπως λέει, να είναι ελεύθερος. Και ιδού τι συνέβη:
*τέλος γραμμής, επιστροφή ροδέλας στην αρχή*
Η ιστορία
Πριν ένα μήνα περίπου, ξετρύπωσα το cover του Father John Misty, κατά κόσμον Josh Tillman –και αν δεν τον έχετε ανακαλύψει ακόμη, κάντε αυτή τη χάρη στους εαυτούς σας- για το Bird on the wire. Μου άρεζε πάντα αυτό το τραγούδι, και ο FJM το αντιμετώπισε με ένα είδος σεβασμού και ευαισθησίας που σε έκαναν να το θυμάσαι. Κι έπειτα, μου άρεσαν και όσα ακολούθησαν αυτό το τραγούδι.
Fast forward τις επόμενες ημέρες εντατικής ακρόασής του, μέχρι την Παρασκευή, 31 Μαρτίου, όπου και πάλι τυχαία, πέφτει στο μάτι σε μια προβολή της ταινίας ”Leonard Cohen: Bird on a Wire”, του Tony Palmer, στα πλαίσια του In-Edit festival. Είναι μια όμορφη σύμπτωση και μοιάζει σχεδόν αμαρτία να μείνει ανεκμετάλλευτη. Και ξαφνικά, μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα, γεμάτη ανθρώπους όλων των ηλικιών, όλα έβγαζαν νόημα!
Στιγμιότυπο από το In-Edit festival
Flashback, στις 7 Νοεμβρίου 2016. ”Έφυγε από τη ζωή ο Leonard Cohen…”. Κλάμα και κακό τότε, από αυτά που δεν τα περιμένεις, που λες ”μα είναι δυνατόν να με πιάσει εμένα τέτοιο πράγμα”. Ήταν και ο Bowie πιο πριν, και πολλοί ένιωσαν –νιώσαμε- αυτό το σφίξιμο, ότι γκρεμίζονται τα είδωλα, χάνονται τα θεμέλια και μαζί μ’ αυτά χάνεις και λίγο τη γη κάτω από τα πόδια σου. Μένεις μουσικά ορφανός. Και τότε ήταν που αποφάσισα να πάρω ένα από τα βιβλία του Cohen, που πάντα έλεγα πως θα πάρω και μέχρι τότε βρισκόταν κάποιο άλλο να το αντικαταστήσει.
”Υπέροχοι Απόκληροι” (εκδόσεις Κέδρος, μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς), λοιπόν, και στο εξώφυλλο γράφει, από κάποια αναφορά της Boston Globe: ”Ο Τζαίημς Τζόυς δεν έχει πεθάνει. Ζει στο Μόντρεαλ με το όνομα Λέοναρντ Κοέν”. Για όσους έχουν επιχειρήσει να προσεγγίσουν τον ”Οδυσσέα” του Τζόυς, κάτι τέτοιο, πιθανόν, να προκαλούσε ενθουσιασμό ή πανικό. Ή και τα δύο. Για να είμαι ειλικρινής, απογοητεύτηκα. Από τον εαυτό μου. Γιατί μου φαινόταν τόσο ακατανόητο, που τελικά το εγκατέλειψα προσωρινά, με βαριά καρδιά και ενοχές. Δε βοηθούσε και η περίοδος, πολλή κούραση και υποχρεώσεις και το βιβλίο απαιτούσε, σχεδόν, μια πνευματική προετοιμασία για να μπεις κανονικά στις σελίδες του.
Το βιβλίο
Ας το δούμε, όμως, από την αρχή.
Ο Cohen το έγραψε σε δύο οκτάμηνα, το 1964 και 1965, στην Ύδρα, πριν ακόμη ξεκινήσει τη μουσική πορεία του. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής του άκουγε το δίσκο ”The Genius Sings the Blues” του Ray Charles, κατανάλωνε αμφεταμίνες, ενώ, κάποια περίοδο ακολούθησε μια έντονη νηστεία. Αποτέλεσμα ήταν η κατάρρευσή του μετά την ολοκλήρωση του βιβλίου. Για τις αμφεταμίνες, παραδέχτηκε αργότερα πως ήταν λάθος του.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ύδρα
Οι ”Υπέροχοι Απόκληροι” είναι σίγουρα ένα βιβλίο που απαιτεί την –ευλαβική – συγκέντρωση του αναγνώστη, και δη του μη υποψιασμένου. Ο Cohen θίγει πολλά θέματα, από την αντιμετώπιση των ιθαγενών, μέχρι ενδοσκοπικά παραληρήματα και καταφέρνει να μπλέξει πολιτική, θρησκεία, πολιτισμό, έρωτα και φιλία με τρόπους ευφάνταστους και όχι πάντα αντιληπτούς με την πρώτη ματιά. Παρουσιάζεται ασεβής και σχεδόν παράφρων –αν αναλογιστείς κανείς την ξεχωριστή πνευματικότητα, και όχι απαραίτητα θρησκευτικότητα, που τον διακρίνει στη μετέπειτα πορεία του- με χιούμορ που μετατρέπεται σε σαρκασμό, και χωρίς να περιορίζει τους ήρωες του. Και παρ’ όλα αυτά, δε γίνεται ποτέ προσβλητικός, δεν ενοχλούν τον αναγνώστη του τα όσα γράφει, γιατί πάντα υπάρχει σε αυτά το υπόστρωμα της ανθρώπινης φύσης και της θνητότητας, με όλα τα στραβά που κουβαλάνε, στραβά για τα οποία πολλές φορές, υποκριτικά, ντρεπόμαστε, αποκηρύσσοντάς τα, σαν να αποκηρύσσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς. Η ποιητικότητα της γραφής του κάνει συχνά την εμφάνισή της, γίνεται τρυφερός και πιο εσωτερικός, παραθέτει γοητευτικές εικόνες, που σε φάσεις λαμβάνουν αλλόκοσμες διαστάσεις.
Και αν έπρεπε να συνοψιστεί όλα αυτό, θα ήταν με το μεταγενέστερο ”Hallelujah”, ένας ύμνος ή προσευχή –προς Θεού, ποιος θα τολμούσε να το αποκαλέσει τραγούδι- που, προσωπικά, νομίζω πως είναι η απάντηση σε ό,τι ερώτηση υπήρξε, υπάρχει ή θα υπάρξει ποτέ. Άλλωστε, ο ίδιος αναφέρει πως στόχευε να γράψει : ” a liturgy, a big confessional oration, very crazy, but using all the techniques of the modern novel … pornographic suspense, humor and conventional plotting”.
Να το διαβάσω;
Το ολοκλήρωσα σε δύο ημέρες μετά την προβολή της ταινίας, που μου έδωσε την απάντηση, ή καλύτερα μια κατεύθυνση για την προσέγγιση του βιβλίου˙ η ειλικρινέστατη και αξιαγάπητη συστολή του Leonard, τα δάκρυα μαζί με το χαμόγελό του, σκηνή που αν δε σε συγκλόνιζε, το λιγότερο θα σε άφηνε παγωμένο, και τέλος αυτή η δήλωση στη διάρκεια κάποιας συνέντευξης:
” […] We don’t always understand perfectly each other in words but we always understand each other. And it’s the same way with my songs. The texts are sometime difficult but even when you sit with somebody and you listen to them speak about their lives, you can’t follow the meaning from word to word or from sentence to sentence, but something else comes through, something of the person himself or herself comes through, and so does with my work, although the meaning of each line may be obscure.”
Και δε λέω, σίγουρα θα έδινε μια πιο ξεκάθαρη οπτική στην ανάγνωσή σου αν ήξερες για τους διωγμούς των ιθαγενών, αν αποκρυπτογραφούσες θρησκευτικές αναφορές και συμβολισμούς ή αν είχες μια ιδέα για την πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα στο Κεμπέκ της δεκαετίας του ’60 – η ‘’Ήρεμη Επανάσταση (Quiet Revolution) τον προβλημάτισε- μα πρωτίστως, σημασία έχει να είσαι έτοιμος να δεχτείς όσα απλόχερα προσφέρει ο Leonard Cohen, να τα νιώσεις πριν προσπαθήσεις να τα εξηγήσεις.
Για μένα, ο Leonard Cohen δεν υπήρξε κάποιο από τα πολλά μουσικά κολλήματα που όλοι έχουμε κατά καιρούς. Τώρα καταλαβαίνω, όμως, πως η ”λειτουργία” του είναι να υπερβαίνει τα θνητά καθορισμένα πλαίσια της μουσικής, να υπάρχει σαν ένα είδος ορόσημου, πάντα παρόν για να υπενθυμίζει και να καθοδηγεί.
Γι’ αυτό διαβάστε τα βιβλία του, ανακαλύψτε τη ζωή του, ακούστε τη μουσική του και έπειτα, λατρέψτε τον, όπως του πρέπει, καθώς εκείνος, ελεύθερος, θα ισορροπεί ήρεμα και αβίαστα στο σύρμα του…
Από την ομώνυμη ταινία του Tony Palmer